Η σημερινή συνέντευξη Τύπου πραγματοποιείται σε μια συγκυρία που οι δημόσιοι υπάλληλοι βρίσκονται και πάλι στο στόχαστρο των κυβερνητικών πολιτικών, οι οποίες προωθούνται σε εφαρμογή του μνημονίου. Στόχος της σημερινής συνάντησης είναι η ενημέρωσή σας για τις θέσεις της Α.Δ.Ε.Δ.Υ. σε μια σειρά από θέματα που φέρνουν τους εργαζομένους στο Δημόσιο και πάλι στο επίκεντρο των περικοπών, σε μια περίοδο που ήδη μετρούν απώλειες εισοδήματος της τάξεως του 25%.
Εν όψει της αυριανής Στάσης Εργασίας στο Δημόσιο και της επικείμενης Γενικής Απεργιακής Κινητοποίησης που έχουν κηρύξει Γ.Σ.Ε.Ε. και Α.Δ.Ε.Δ.Υ. για την 23η Φεβρουαρίου, θα αναφερθούμε:
* Στις ευρωπαϊκές εξελίξεις και την πρόταση για "Συνταγματική Συνθήκη Λιτότητας"
* Στο νέο μισθολόγιο και τις ευρύτερες αλλαγές που ανακοίνωσε ο Υπουργός Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης
* Στα αδιέξοδα στο χώρο των Επικουρικών Ταμείων του Δημοσίου και στα προβλήματα στο χώρο της Υγείας εξαιτίας του υπό συζήτηση Νομοσχεδίου.
ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ Α.Δ.Ε.Δ.Υ.
Α. ΟΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΚΑΙ Η ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΘΗΚΗ ΛΙΤΟΤΗΤΑΣ» - Η ΑΝΑΓΚΗ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΣΤΙΣ ΧΩΡΕΣ ΤΗΣ Ε.Ε.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, παγιδευμένη σε νεοφιλελεύθερα δόγματα, επιχειρεί να διασώσει πολιτικές που έχουν, ήδη, "χρεοκοπήσει".
Οι κυρίαρχες αυτές πολιτικές έχουν καταστροφικές συνέπειες για τις Οικονομίες των χωρών της Ευρώπης, οι οποίες είτε παρουσιάζουν ασταθή και αναιμική.......
Εν όψει της αυριανής Στάσης Εργασίας στο Δημόσιο και της επικείμενης Γενικής Απεργιακής Κινητοποίησης που έχουν κηρύξει Γ.Σ.Ε.Ε. και Α.Δ.Ε.Δ.Υ. για την 23η Φεβρουαρίου, θα αναφερθούμε:
* Στις ευρωπαϊκές εξελίξεις και την πρόταση για "Συνταγματική Συνθήκη Λιτότητας"
* Στο νέο μισθολόγιο και τις ευρύτερες αλλαγές που ανακοίνωσε ο Υπουργός Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης
* Στα αδιέξοδα στο χώρο των Επικουρικών Ταμείων του Δημοσίου και στα προβλήματα στο χώρο της Υγείας εξαιτίας του υπό συζήτηση Νομοσχεδίου.
ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ Α.Δ.Ε.Δ.Υ.
Α. ΟΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΚΑΙ Η ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΘΗΚΗ ΛΙΤΟΤΗΤΑΣ» - Η ΑΝΑΓΚΗ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΣΤΙΣ ΧΩΡΕΣ ΤΗΣ Ε.Ε.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, παγιδευμένη σε νεοφιλελεύθερα δόγματα, επιχειρεί να διασώσει πολιτικές που έχουν, ήδη, "χρεοκοπήσει".
Οι κυρίαρχες αυτές πολιτικές έχουν καταστροφικές συνέπειες για τις Οικονομίες των χωρών της Ευρώπης, οι οποίες είτε παρουσιάζουν ασταθή και αναιμική.......
ανάπτυξη είτε βρίσκονται σε ύφεση. Επιπλέον, έχουν οδηγήσει σε υψηλά επίπεδα ανεργίας, συρρίκνωση αμοιβών, ελαστικοποίηση εργασιακών σχέσεων, αποδιάρθρωση του Κοινωνικού Κράτους και ταυτόχρονα επεκτείνουν, αντί να αντιμετωπίζουν, την κρίση χρέους.
Υπό αυτό το πρίσμα, τίθεται εν αμφιβόλω εάν οι κρίσιμες Σύνοδοι Κορυφής της Ε.Ε., που θα πραγματοποιηθούν τον επόμενο μήνα, θα υιοθετήσουν την πρόταση Μέρκελ – Σαρκοζί, η οποία επιβάλλει ένα μοντέλο αναπαραγωγής της οικονομικής κυριαρχίας των "πλεονασματικών" χωρών της Ευρώπης σε βάρος των "ελλειμματικών" και δεν επιτυγχάνει να ρυθμίσει την αναδιάρθρωση του χρέους με τρόπο δίκαιο και προς όφελος των λαών.
Σήμερα είναι ανάγκη οι εργαζόμενοι που θίγονται από αυτές τις πολιτικές να παρέμβουν αγωνιστικά σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και να αποτρέψουν τη λήψη αποφάσεων, οι οποίες στο όνομα της κρίσης καταργούν τα εργασιακά, ασφαλιστικά, κοινωνικά και συλλογικά δικαιώματα.
Εάν δεν υπάρξει αυτή η παρέμβαση οι πολιτικές που θα ακολουθηθούν, ως αποτέλεσμα των Συνόδων Κορυφής της Ε.Ε., θα οδηγούν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο σε μακρόχρονη λιτότητα, συρρίκνωση κοινωνικών παροχών και ανατροπή εργασιακών δικαιωμάτων, χωρίς μάλιστα να διασφαλίζουν ότι θα αποφευχθεί η βίαιη αναδιάρθρωση του χρέους, είναι ώρα να σταματήσει η διαδικασία λήψης αποφάσεων ερήμην των ευρωπαϊκών λαών.
Θα είναι ιστορικά καταστροφικό, εάν η οικονομική κρίση, η οποία έχει ήδη μετατραπεί σε κοινωνική και πολιτική, εδραιωθεί και ως κρίση Δημοκρατίας.
Στη σημερινή κρίσιμη συγκυρία, επιβάλλεται η προσφυγή στους λαούς της Ευρώπης και η διεξαγωγή δημοψηφισμάτων, καθώς οι στρατηγικές αποφάσεις που θα ληφθούν θα καθορίζουν το κοινωνικό–οικονομικό μοντέλο και την ποιότητα ζωής των Ευρωπαίων για δεκαετίες.
Οι λαοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν δικαίωμα να γνωρίζουν τις πραγματικές αιτίες της κρίσης και τους παράγοντες που τη δημιούργησαν, καθώς και το δικαίωμα να εκφραστούν με το πιο άμεσο άμεσο τρόπο και να επιλέξουν.
Η απαίτηση για δημοψήφισμα αποτελεί σήμερα βαθιά δημοκρατικό αίτημα.
Β. ΝΕΟ ΕΝΙΑΙΟ ΜΙΣΘΟΛΟΓΙΟ
Η καθιέρωση ενός νέου Ενιαίου και δίκαιου Μισθολογίου για τους εργαζόμενους στο Δημόσιο Τομέα, αποτελεί πάγια θέση της Α.Δ.Ε.Δ.Υ.
Εκτιμούμε όμως ότι η συγκυρία και οι πολιτικές του μνημονίου δεν αφήνουν περιθώρια για την υλοποίηση ενός μισθολογίου που θα αναβαθμίζει μισθούς και συντάξεις, θα αποκαθιστά αδικίες και θα συμβάλλει στην πιο αποτελεσματική λειτουργία των υπηρεσιών. Οι δηλώσεις του Υπουργού Εσωτερικών ότι δεν θα υπάρξει διαχωρισμός παλαιών και νέων βρίσκεται στην κατεύθυνση των αιτημάτων μας. Η δήλωση ότι στόχος είναι να μην υπάρξει νέα μείωση του συνολικού μισθολογικού κόστους παρά το γεγονός ότι δεν ικανοποιεί – αφού η περικοπή του 13ου & 14ου μισθού δεν μπορεί να είναι αφετηρία – μένει να αποδειχτεί.
Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να καταστεί σαφές ότι η Α.Δ.Ε.Δ.Υ., έχει ήδη εκφράσει την αντίρρησή της να προσέλθει «στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων», εάν προηγουμένως δεν γίνουν αποδεκτές οι θέσεις της για επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού.
Στο σημείο αυτό, επισημαίνουμε ότι οι απώλειες του συνολικού εισοδήματος των Δημοσίων Υπαλλήλων αγγίζουν πια το 25% και οι συνάδελφοι/εργαζόμενοι στο Δημόσιο Τομέα έχουν ξεπεράσει τα όριά τους… και δεν πρόκειται να αποδεχθούν καμιά παραπέρα περικοπή των εισοδημάτων τους. Παρά τη συντήρηση σεναρίων περί «παχυλών μισθών», το μηνιαίο εισόδημα του 80% των μισθωτών του Δημοσίου Τομέα δεν ξεπερνά τα 1.000 - 1.500 ευρώ, ενώ την ίδια στιγμή η αγοραστική δύναμη των εργαζομένων διαρκώς μειώνεται εξαιτίας των αυξήσεων των τιμών ειδών ευρείας κατανάλωσης, των αυξήσεων της έμμεσης φορολογίας, των τιμών του ρεύματος, των εισιτηρίων κ.ο.κ.
Σε έκθεση της Ευρωπαϊκής Συνομοσπονδίας Εργατικών Συνδικάτων (ETUC) «για τα μέτρα λιτότητας στην Ευρώπη» η Ελλάδα κατατάσσεται πρώτη μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών στις οποίες επιβλήθηκαν περικοπές στο εισόδημα των εργαζομένων στον Δημόσιο Τομέα. Στην ίδια έκθεση επισημαίνεται ότι η στρατηγική της μείωσης των μισθών στο Δημόσιο Τομέα στοχεύει στη δημιουργία ενός φαινομένου «ντόμινο» για περικοπές σε όλη την υπόλοιπη οικονομία.
Συγκεκριμένα, στο σχετικό απόσπασμα αναφέρεται: «Ένας πρόσθετος λόγος για τη στόχευση του Δημόσιου Τομέα, είναι το “φαινόμενο ντόμινο” που έχουν οι περικοπές μισθών στο Δημόσιο για την υπόλοιπη Οικονομία: Οι περικοπές μισθών στο Δημόσιο, οδηγούν αναπόδραστα και τις περισσότερες φορές μεταφέρονται ως “λογικό” επιχείρημα, σε περικοπές στον ιδιωτικό τομέα. Όμως, όταν υπάρχει μείωση του μέσου μισθού, τότε πιέζεται προς τα κάτω και το επίπεδο του κατώτατου μισθού. Και αν οι μισθοί πέφτουν στο σύνολο τους τότε το ίδιο θα συμβεί και στα επιδόματα ανεργίας, τα οποία θα πρέπει επίσης να κοπούν με το “λογικό” επιχείρημα ότι πρέπει να αποκατασταθεί η δημιουργία νέων οικονομικών κινήτρων στους ανέργους για την επιστροφή τους στην αγορά εργασίας. Από αυτή την άποψη, η μείωση των μισθών στο Δημόσιο είναι το πρώτο βήμα σε μια προς τα κάτω κοινωνική δίνη» (Πηγή: Κοινωνικό Πολύκεντρο - ΑΔΕΔΥ).
Επίσης, είναι προφανή τα αρνητικά αποτελέσματα που έχουν στη ζήτηση και την οικονομική δραστηριότητα γενικότερα οι περικοπές στους μισθούς στο Δημόσιο. Πέρα όμως από τις άμεσες αυτές επιπτώσεις, εκτιμάται ότι θα υπάρξουν και δομικές, μακροχρόνιες συνέπειες. Όπως, άλλωστε, τονίζεται στη σχετική Έκθεση της ETUC, «οι θέσεις εργασίας και οι μισθοί στο Δημόσιο δεν πρέπει να αντιμετωπιστούν ως υποσύνολο ενός πακέτου δαπανών. Αντίθετα θα πρέπει να θεωρηθούν ως επενδύσεις για το μέλλον της Οικονομίας και της Κοινωνίας».
Γ. ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΩΡΑΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ
Η Κυβέρνηση προτείνει την αύξηση των ωρών εργασίας στο Δημόσιο προκειμένου ο Δημόσιος Τομέας να γίνει περισσότερο παραγωγικός και ανταγωνιστικός και να εξυπηρετεί καλύτερα τον πολίτη.
Σε μια περίοδο που οι πόροι που διατίθενται για τη λειτουργία των Δημοσίων Υπηρεσιών συνέχεια περικόπτονται, που Δημόσιες Υπηρεσίες διαλύονται εξαιτίας της έλλειψης πόρων και προσωπικού δεν μπορεί κανείς να κατανοήσει με ποιο τρόπο με την αύξηση κατά 30 λεπτών του ωραρίου θα καλυφθούν οι ανάγκες του πολίτη.
Στο πλαίσιο αυτό μέτρα που αφορούν την αύξηση των ωρών εργασίας των δημοσίων υπαλλήλων μας βρίσκουν αντίθετους γιατί εκτός από αναχρονιστικά είναι και απολύτως αναποτελεσματικά και γίνονται προφανέστατα με μοναδικό στόχο την περαιτέρω ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων και την ανατροπή των κοινωνικών δομών. Επιπλέον, έχουν και ευρύτερη πολιτική σκοπιμότητα καθώς αποτελούν «προπομπό» περαιτέρω αύξησης των ωρών εργασίας και στον ιδιωτικό τομέα.
Η σημερινή κατάσταση στο Δημόσιο Τομέα, η οποία συντηρείται «ατόφια» εδώ και δεκαετίες οφείλεται στην έλλειψη ορθολογικής οργάνωσης και απρόσκοπτης λειτουργίας των Δημοσίων Υπηρεσιών, γεγονός για το οποίο ευθύνεται αποκλειστικά και μόνο η Πολιτεία και οι εκάστοτε Κυβερνήσεις, καθώς με τις πρακτικές που έχουν εφαρμόσει διαχρονικά έχουν δημιουργήσει συνθήκες «εγκλωβισμού» τόσο για τους πολίτες όσο και για τους εργαζόμενους στο Δημόσιο Τομέα.
Σε εποχή κρίσης –όχι μόνο οικονομικής, αλλά ηθικής και πολιτικής- οφείλουμε να αναρωτηθούμε τι είδους Δημόσια Διοίκηση θέλουμε. Εάν η πολιτική εξουσία θέλει μία Διοίκηση αποδοτική, αποτελεσματική και αξιόπιστη θα φροντίσει να τη θωρακίσει με αποτελεσματικούς μηχανισμούς, αντί να συντηρεί σενάρια διαρκούς επίθεσης στο εισόδημα και τις συνθήκες εργασίας των Δημοσίων Λειτουργών. Τέτοιου είδους σενάρια καλλιεργούν αισθήματα απογοήτευσης και ανασφάλειας στους εργαζόμενους στο Δημόσιο Τομέα, τα οποία σύμφωνα με τη διεθνή θεωρία εργασίας μειώνουν την αποδοτικότητα κάθε εργαζόμενου.
Επιπρόσθετα, είναι γνωστό ότι στην υπόλοιπη Ευρώπη ο Δημόσιος Τομέας λειτουργεί λιγότερες ώρες (35-36 ώρες εβδομαδιαίως), παραμένει, ωστόσο, κατά γενική ομολογία, αισθητά αποδοτικότερος.
Η απώτερη σκοπιμότητα του μέτρου αυτού, ομολογείται από το ίδιο το Υπουργείο, το οποίο με σχετική ανακοίνωσή του παραδέχθηκε ότι η αύξηση των ωρών εργασίας θα έχει ως αποτέλεσμα «οικονομία στις προσλήψεις», αφού θα δώσει τη δυνατότητα στο Κράτος να «αποφύγει» την πρόσληψη 45.000 νέων υπαλλήλων.
Οι εργαζόμενοι στο Δημόσιο θεωρούμε ότι μία τέτοια λογική είναι αντικοινωνική, ειδικά στη σημερινή περίοδο που η ανεργία αυξάνεται με ταχύτατους ρυθμούς. Ταυτόχρονα στερεί από τη Δημόσια Διοίκηση τη δυνατότητα «ανανέωσης» μέσω της στελέχωσής της από ανθρώπους νεότερης ηλικίας, τη στιγμή μάλιστα που έχουν ήδη αποχωρήσει με συνταξιοδότηση περισσότεροι από πενήντα χιλιάδες συνάδελφοι εξαιτίας του νέου συνταξιοδοτικού Νόμου, ενώ αναμένονται εκατόν είκοσι χιλιάδες αποχωρήσεις την επόμενη τετραετία, λόγω ωρίμανσης των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων.
Η πολιτική της αποδυνάμωσης και αποδιοργάνωσης των Δημοσίων Υπηρεσιών πρέπει να σταματήσει άμεσα. Η Κυβέρνηση οφείλει να αποκαταστήσει την ομαλή λειτουργία και να διασφαλίσει τη συνέχεια του Δημοσίου, προκηρύσσοντας άμεσα διαγωνισμούς μέσω Α.Σ.Ε.Π., για την στελέχωση των Υπηρεσιών με νεότερης ηλικίας προσωπικό, βάσει των πραγματικών αναγκών και όχι των περιορισμών που θέτει η Τρόικα.
Δ. ΤΑ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΑ ΤΑΜΕΙΑ ΣΕ ΑΔΙΕΞΟΔΟ
Τα επικουρικά ταμεία των δημοσίων υπαλλήλων οδηγούνται σε αδιέξοδο, το οποίο όμως οφείλεται σε κυβερνητικές επιλογές και πολιτικές των τελευταίων δεκαετιών. Ήδη αντιμετωπίζουν πρόβλημα ανταπόκρισης σε ορισμένες υποχρεώσεις τους. Η αντιμετώπιση των προβλημάτων θα πρέπει να γίνει με γνώμονα τη βιωσιμότητά τους, με ενίσχυση από το Κράτος.
Το Τ.Π.Δ.Υ. παρουσιάζει έλλειμμα 1,7 δισ. ευρώ, το Μ.Τ.Π.Υ 240 εκατ. ευρώ, ενώ παράλληλα οργανικό έλλειμμα παρουσιάζει και το ΤΕΑΔΥ.
Τα Ταμεία, των εργαζομένων στο Δημόσιο, έχουν οδηγηθεί στη σημερινή κατάσταση, εξαιτίας της χρόνιας υφαρπαγής των αποθεματικών τους από το Κράτος, την κατευθυνόμενη εμπλοκή τους στο Χρηματιστήριο, τη χρησιμοποίηση των αποθεματικών τους για την κάλυψη κρατικών εισοδηματικών ή κοινωνικών πολιτικών, χωρίς την ανάλογη κρατική ενίσχυσή τους, καθώς και εξαιτίας των κυβερνητικών επιλογών που οδήγησαν στον περιορισμό της απασχόλησης στο Δημόσιο και τη δραματική αλλαγή της σχέσης εργαζομένων – συνταξιούχων.Τα μέτρα που αποφασίστηκαν από τη σημερινή Κυβέρνησή, στα πλαίσια του μνημονίου, έχουν δραματικές επιπτώσεις για τη βιωσιμότητα των Ταμείων.
Η μείωση των αποδοχών των εργαζομένων στο Δημόσιο, μέσα από την κατάργηση του 13ου και 14ου μισθού και η περικοπή των επιδομάτων κατά 20%, έχουν ως αποτέλεσμα, εκτός των άλλων, να περιορίσουν σημαντικά τους πόρους των Ταμείων.
Ταυτόχρονα ο περιορισμός των προσλήψεων, σε συνδυασμό με τις αυξημένες αιτήσεις για συνταξιοδότηση, έχουν οδηγήσει τα Ταμεία σε αδιέξοδο.
Το πρόβλημα έχει διογκωθεί και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας θα γίνει εκρηκτικό, εάν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα, αφού η κρίσιμη περίοδος πίεσης, εξαιτίας της ωρίμανσης και των προϋποθέσεων συνταξιοδότησης, για ένα μεγάλο μέρος εργαζομένων, έχει ορίζοντα έως το 2017.
Ήδη 40 χιλιάδες συνταξιούχοι στερούνται των μερισμάτων που δικαιούνται και άλλοι 200 χιλιάδες την καταβολή μέρους αυτών, όπως για παράδειγμα το μέρισμα των Χριστουγέννων του Μετοχικού Ταμείου Δημοσίων Υπαλλήλων.
Είναι επίσης προφανές, κάτω από τους όρους πολιτικής στις προσλήψεις και τις αμοιβές που επιβάλλει το μνημόνιο και η Κυβέρνηση ότι οι αναλογιστικές προσεγγίσεις θα είναι αυθαίρετες και ως εκ τούτου απαιτείται οικονομική και πολιτική στήριξη της βιωσιμότητας των Ταμείων και η άμεση επιχορήγησή τους.
Ε. ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ
Οι νέες νομοθετικές ρυθμίσεις στο χώρο της Υγείας έρχονται να προστεθούν σε σειρά ρυθμίσεων του παρελθόντος, πολλές εκ των οποίων είναι αντιφατικές μεταξύ τους, έχουν γραφειοκρατικό προσανατολισμό και για ολόκληρες δεκαετίες αποδομούν και εμπορευματοποιούν τις υπηρεσίες Υγείας.
Ο εξορθολογισμός και η αντιμετώπιση της σπατάλης αποτελούν απλώς το άλλοθι, στην προσπάθεια μετακύλισης μεγάλου μέρους του κόστους παροχής ιατροφαρμακευτικών υπηρεσιών στους πολίτες (εισιτήρια στα εξωτερικά ιατρεία των Νοσοκομείων, ποσοστά συμμετοχής στις εξετάσεις και τα φάρμακα κ.ο.κ.), καθώς τους επιβαρύνουν πλέον των ασφαλιστικών εισφορών και της γενικής φορολογίας.
Στο πλαίσιο εφαρμογής του μνημονίου στόχος είναι η οριζόντια μείωση των διαθέσιμων πόρων με περικοπές στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Ενδεικτικό αυτού του γεγονότος είναι ότι ο χώρος της Υγείας καλείται να λειτουργήσει το 2011 με το 50% του αντίστοιχου κονδυλίου στον Προϋπολογισμό του 2010.
Η ΑΔΕΔΥ και οι συνδικαλιστικοί Φορείς του χώρου της Υγείας αγωνίζονται για τη διασφάλιση του δημόσιου χαρακτήρα της Υγείας και τη βελτίωση των παρεχόμενων προς τους πολίτες υπηρεσιών. Ιδιαίτερα σε μία περίοδο που η φτώχεια, η ανέχεια και η απόγνωση επεκτείνονται σε όλο και μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού, το Κράτος οφείλει να εγγυηθεί την απρόσκοπτη και εύρυθμη λειτουργία της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας Υγείας.
Στο πλαίσιο αυτό οποιοδήποτε Νομοσχέδιο κατατίθεται προς ψήφιση στη Βουλή και αφορά την Υγεία πρέπει να είναι προϊόν ενδελεχούς μελέτης και συναίνεσης μεταξύ των εκπροσώπων της εξουσίας, των εκπροσώπων των εργαζομένων και τον πολιτών.
•••
Οι εργαζόμενοι στο Δημόσιο αγωνίζονται για τη δημιουργία και καθιέρωση μίας ισχυρής Δημόσιας Διοίκησης, η οποία θα διασφαλίζει την ισότιμη πρόσβαση του συνόλου των πολιτών σε υψηλού επιπέδου υπηρεσίες και θα προάγει το ρόλο των Δημοσίων Λειτουργών στη διαδικασία υλοποίησης του δημοσίου συμφέροντος.
Η Α.Δ.Ε.Δ.Υ., παραμένοντας πιστή στις αρχές του εκδημοκρατισμού, του εκσυγχρονισμού και της αναβάθμισης της λειτουργίας της κρατικής μηχανής και της Δημόσιας Διοίκησης προς όφελος του λαού και του τόπου, συνεχίζει την προσπάθεια και τον συντονισμένο αγώνα για τη διεύρυνση της συμμετοχής των εργαζομένων στο Δημόσιο στο εθνικό εισόδημα, στην κατεύθυνση της εμπέδωσης της Κοινωνικής Δικαιοσύνης.
Παρά τις «διαβεβαιώσεις» του Υπουργού ότι οι αλλαγές δεν θα γίνουν στο πλαίσιο του Μνημονίου και του σχεδίου λιτότητας, οι εργαζόμενοι δεν μπορούν παρά να λάβουν υπόψη την υπαρκτή και γενικευμένη επίθεση κατά του δημοσιοϋπαλληλικού κόσμου σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, η οποία επιχειρείται ως «προπέτασμα καπνού» που υποκρύπτει -και εν συνεχεία "νομιμοποιεί"- την κατάργηση του δημόσιου, δωρεάν και κοινωφελούς χαρακτήρα των Υπηρεσιών.
Σε κάθε περίπτωση η Α.Δ.Ε.Δ.Υ. τονίζει ότι δεν πρόκειται να δεχθεί καμία περαιτέρω περικοπή εργασιακών, μισθολογικών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων για τους εργαζόμενους στη Δημόσια Διοίκηση, αντιθέτως θα διεκδικήσει τα «χαμένα» και προς αυτή την κατεύθυνση ενισχύει με τις άμεσες αγωνιστικές κινητοποιήσεις στις 10 και στις 23 Φεβρουαρίου την ανάπτυξη ενός ευρύτερου αγωνιστικού και απεργιακού κινήματος.
Από την Εκτελεστική Επιτροπή της Α.Δ.Ε.Δ.Y.
Υπό αυτό το πρίσμα, τίθεται εν αμφιβόλω εάν οι κρίσιμες Σύνοδοι Κορυφής της Ε.Ε., που θα πραγματοποιηθούν τον επόμενο μήνα, θα υιοθετήσουν την πρόταση Μέρκελ – Σαρκοζί, η οποία επιβάλλει ένα μοντέλο αναπαραγωγής της οικονομικής κυριαρχίας των "πλεονασματικών" χωρών της Ευρώπης σε βάρος των "ελλειμματικών" και δεν επιτυγχάνει να ρυθμίσει την αναδιάρθρωση του χρέους με τρόπο δίκαιο και προς όφελος των λαών.
Σήμερα είναι ανάγκη οι εργαζόμενοι που θίγονται από αυτές τις πολιτικές να παρέμβουν αγωνιστικά σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και να αποτρέψουν τη λήψη αποφάσεων, οι οποίες στο όνομα της κρίσης καταργούν τα εργασιακά, ασφαλιστικά, κοινωνικά και συλλογικά δικαιώματα.
Εάν δεν υπάρξει αυτή η παρέμβαση οι πολιτικές που θα ακολουθηθούν, ως αποτέλεσμα των Συνόδων Κορυφής της Ε.Ε., θα οδηγούν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο σε μακρόχρονη λιτότητα, συρρίκνωση κοινωνικών παροχών και ανατροπή εργασιακών δικαιωμάτων, χωρίς μάλιστα να διασφαλίζουν ότι θα αποφευχθεί η βίαιη αναδιάρθρωση του χρέους, είναι ώρα να σταματήσει η διαδικασία λήψης αποφάσεων ερήμην των ευρωπαϊκών λαών.
Θα είναι ιστορικά καταστροφικό, εάν η οικονομική κρίση, η οποία έχει ήδη μετατραπεί σε κοινωνική και πολιτική, εδραιωθεί και ως κρίση Δημοκρατίας.
Στη σημερινή κρίσιμη συγκυρία, επιβάλλεται η προσφυγή στους λαούς της Ευρώπης και η διεξαγωγή δημοψηφισμάτων, καθώς οι στρατηγικές αποφάσεις που θα ληφθούν θα καθορίζουν το κοινωνικό–οικονομικό μοντέλο και την ποιότητα ζωής των Ευρωπαίων για δεκαετίες.
Οι λαοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν δικαίωμα να γνωρίζουν τις πραγματικές αιτίες της κρίσης και τους παράγοντες που τη δημιούργησαν, καθώς και το δικαίωμα να εκφραστούν με το πιο άμεσο άμεσο τρόπο και να επιλέξουν.
Η απαίτηση για δημοψήφισμα αποτελεί σήμερα βαθιά δημοκρατικό αίτημα.
Β. ΝΕΟ ΕΝΙΑΙΟ ΜΙΣΘΟΛΟΓΙΟ
Η καθιέρωση ενός νέου Ενιαίου και δίκαιου Μισθολογίου για τους εργαζόμενους στο Δημόσιο Τομέα, αποτελεί πάγια θέση της Α.Δ.Ε.Δ.Υ.
Εκτιμούμε όμως ότι η συγκυρία και οι πολιτικές του μνημονίου δεν αφήνουν περιθώρια για την υλοποίηση ενός μισθολογίου που θα αναβαθμίζει μισθούς και συντάξεις, θα αποκαθιστά αδικίες και θα συμβάλλει στην πιο αποτελεσματική λειτουργία των υπηρεσιών. Οι δηλώσεις του Υπουργού Εσωτερικών ότι δεν θα υπάρξει διαχωρισμός παλαιών και νέων βρίσκεται στην κατεύθυνση των αιτημάτων μας. Η δήλωση ότι στόχος είναι να μην υπάρξει νέα μείωση του συνολικού μισθολογικού κόστους παρά το γεγονός ότι δεν ικανοποιεί – αφού η περικοπή του 13ου & 14ου μισθού δεν μπορεί να είναι αφετηρία – μένει να αποδειχτεί.
Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να καταστεί σαφές ότι η Α.Δ.Ε.Δ.Υ., έχει ήδη εκφράσει την αντίρρησή της να προσέλθει «στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων», εάν προηγουμένως δεν γίνουν αποδεκτές οι θέσεις της για επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού.
Στο σημείο αυτό, επισημαίνουμε ότι οι απώλειες του συνολικού εισοδήματος των Δημοσίων Υπαλλήλων αγγίζουν πια το 25% και οι συνάδελφοι/εργαζόμενοι στο Δημόσιο Τομέα έχουν ξεπεράσει τα όριά τους… και δεν πρόκειται να αποδεχθούν καμιά παραπέρα περικοπή των εισοδημάτων τους. Παρά τη συντήρηση σεναρίων περί «παχυλών μισθών», το μηνιαίο εισόδημα του 80% των μισθωτών του Δημοσίου Τομέα δεν ξεπερνά τα 1.000 - 1.500 ευρώ, ενώ την ίδια στιγμή η αγοραστική δύναμη των εργαζομένων διαρκώς μειώνεται εξαιτίας των αυξήσεων των τιμών ειδών ευρείας κατανάλωσης, των αυξήσεων της έμμεσης φορολογίας, των τιμών του ρεύματος, των εισιτηρίων κ.ο.κ.
Σε έκθεση της Ευρωπαϊκής Συνομοσπονδίας Εργατικών Συνδικάτων (ETUC) «για τα μέτρα λιτότητας στην Ευρώπη» η Ελλάδα κατατάσσεται πρώτη μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών στις οποίες επιβλήθηκαν περικοπές στο εισόδημα των εργαζομένων στον Δημόσιο Τομέα. Στην ίδια έκθεση επισημαίνεται ότι η στρατηγική της μείωσης των μισθών στο Δημόσιο Τομέα στοχεύει στη δημιουργία ενός φαινομένου «ντόμινο» για περικοπές σε όλη την υπόλοιπη οικονομία.
Συγκεκριμένα, στο σχετικό απόσπασμα αναφέρεται: «Ένας πρόσθετος λόγος για τη στόχευση του Δημόσιου Τομέα, είναι το “φαινόμενο ντόμινο” που έχουν οι περικοπές μισθών στο Δημόσιο για την υπόλοιπη Οικονομία: Οι περικοπές μισθών στο Δημόσιο, οδηγούν αναπόδραστα και τις περισσότερες φορές μεταφέρονται ως “λογικό” επιχείρημα, σε περικοπές στον ιδιωτικό τομέα. Όμως, όταν υπάρχει μείωση του μέσου μισθού, τότε πιέζεται προς τα κάτω και το επίπεδο του κατώτατου μισθού. Και αν οι μισθοί πέφτουν στο σύνολο τους τότε το ίδιο θα συμβεί και στα επιδόματα ανεργίας, τα οποία θα πρέπει επίσης να κοπούν με το “λογικό” επιχείρημα ότι πρέπει να αποκατασταθεί η δημιουργία νέων οικονομικών κινήτρων στους ανέργους για την επιστροφή τους στην αγορά εργασίας. Από αυτή την άποψη, η μείωση των μισθών στο Δημόσιο είναι το πρώτο βήμα σε μια προς τα κάτω κοινωνική δίνη» (Πηγή: Κοινωνικό Πολύκεντρο - ΑΔΕΔΥ).
Επίσης, είναι προφανή τα αρνητικά αποτελέσματα που έχουν στη ζήτηση και την οικονομική δραστηριότητα γενικότερα οι περικοπές στους μισθούς στο Δημόσιο. Πέρα όμως από τις άμεσες αυτές επιπτώσεις, εκτιμάται ότι θα υπάρξουν και δομικές, μακροχρόνιες συνέπειες. Όπως, άλλωστε, τονίζεται στη σχετική Έκθεση της ETUC, «οι θέσεις εργασίας και οι μισθοί στο Δημόσιο δεν πρέπει να αντιμετωπιστούν ως υποσύνολο ενός πακέτου δαπανών. Αντίθετα θα πρέπει να θεωρηθούν ως επενδύσεις για το μέλλον της Οικονομίας και της Κοινωνίας».
Γ. ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΩΡΑΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ
Η Κυβέρνηση προτείνει την αύξηση των ωρών εργασίας στο Δημόσιο προκειμένου ο Δημόσιος Τομέας να γίνει περισσότερο παραγωγικός και ανταγωνιστικός και να εξυπηρετεί καλύτερα τον πολίτη.
Σε μια περίοδο που οι πόροι που διατίθενται για τη λειτουργία των Δημοσίων Υπηρεσιών συνέχεια περικόπτονται, που Δημόσιες Υπηρεσίες διαλύονται εξαιτίας της έλλειψης πόρων και προσωπικού δεν μπορεί κανείς να κατανοήσει με ποιο τρόπο με την αύξηση κατά 30 λεπτών του ωραρίου θα καλυφθούν οι ανάγκες του πολίτη.
Στο πλαίσιο αυτό μέτρα που αφορούν την αύξηση των ωρών εργασίας των δημοσίων υπαλλήλων μας βρίσκουν αντίθετους γιατί εκτός από αναχρονιστικά είναι και απολύτως αναποτελεσματικά και γίνονται προφανέστατα με μοναδικό στόχο την περαιτέρω ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων και την ανατροπή των κοινωνικών δομών. Επιπλέον, έχουν και ευρύτερη πολιτική σκοπιμότητα καθώς αποτελούν «προπομπό» περαιτέρω αύξησης των ωρών εργασίας και στον ιδιωτικό τομέα.
Η σημερινή κατάσταση στο Δημόσιο Τομέα, η οποία συντηρείται «ατόφια» εδώ και δεκαετίες οφείλεται στην έλλειψη ορθολογικής οργάνωσης και απρόσκοπτης λειτουργίας των Δημοσίων Υπηρεσιών, γεγονός για το οποίο ευθύνεται αποκλειστικά και μόνο η Πολιτεία και οι εκάστοτε Κυβερνήσεις, καθώς με τις πρακτικές που έχουν εφαρμόσει διαχρονικά έχουν δημιουργήσει συνθήκες «εγκλωβισμού» τόσο για τους πολίτες όσο και για τους εργαζόμενους στο Δημόσιο Τομέα.
Σε εποχή κρίσης –όχι μόνο οικονομικής, αλλά ηθικής και πολιτικής- οφείλουμε να αναρωτηθούμε τι είδους Δημόσια Διοίκηση θέλουμε. Εάν η πολιτική εξουσία θέλει μία Διοίκηση αποδοτική, αποτελεσματική και αξιόπιστη θα φροντίσει να τη θωρακίσει με αποτελεσματικούς μηχανισμούς, αντί να συντηρεί σενάρια διαρκούς επίθεσης στο εισόδημα και τις συνθήκες εργασίας των Δημοσίων Λειτουργών. Τέτοιου είδους σενάρια καλλιεργούν αισθήματα απογοήτευσης και ανασφάλειας στους εργαζόμενους στο Δημόσιο Τομέα, τα οποία σύμφωνα με τη διεθνή θεωρία εργασίας μειώνουν την αποδοτικότητα κάθε εργαζόμενου.
Επιπρόσθετα, είναι γνωστό ότι στην υπόλοιπη Ευρώπη ο Δημόσιος Τομέας λειτουργεί λιγότερες ώρες (35-36 ώρες εβδομαδιαίως), παραμένει, ωστόσο, κατά γενική ομολογία, αισθητά αποδοτικότερος.
Η απώτερη σκοπιμότητα του μέτρου αυτού, ομολογείται από το ίδιο το Υπουργείο, το οποίο με σχετική ανακοίνωσή του παραδέχθηκε ότι η αύξηση των ωρών εργασίας θα έχει ως αποτέλεσμα «οικονομία στις προσλήψεις», αφού θα δώσει τη δυνατότητα στο Κράτος να «αποφύγει» την πρόσληψη 45.000 νέων υπαλλήλων.
Οι εργαζόμενοι στο Δημόσιο θεωρούμε ότι μία τέτοια λογική είναι αντικοινωνική, ειδικά στη σημερινή περίοδο που η ανεργία αυξάνεται με ταχύτατους ρυθμούς. Ταυτόχρονα στερεί από τη Δημόσια Διοίκηση τη δυνατότητα «ανανέωσης» μέσω της στελέχωσής της από ανθρώπους νεότερης ηλικίας, τη στιγμή μάλιστα που έχουν ήδη αποχωρήσει με συνταξιοδότηση περισσότεροι από πενήντα χιλιάδες συνάδελφοι εξαιτίας του νέου συνταξιοδοτικού Νόμου, ενώ αναμένονται εκατόν είκοσι χιλιάδες αποχωρήσεις την επόμενη τετραετία, λόγω ωρίμανσης των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων.
Η πολιτική της αποδυνάμωσης και αποδιοργάνωσης των Δημοσίων Υπηρεσιών πρέπει να σταματήσει άμεσα. Η Κυβέρνηση οφείλει να αποκαταστήσει την ομαλή λειτουργία και να διασφαλίσει τη συνέχεια του Δημοσίου, προκηρύσσοντας άμεσα διαγωνισμούς μέσω Α.Σ.Ε.Π., για την στελέχωση των Υπηρεσιών με νεότερης ηλικίας προσωπικό, βάσει των πραγματικών αναγκών και όχι των περιορισμών που θέτει η Τρόικα.
Δ. ΤΑ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΑ ΤΑΜΕΙΑ ΣΕ ΑΔΙΕΞΟΔΟ
Τα επικουρικά ταμεία των δημοσίων υπαλλήλων οδηγούνται σε αδιέξοδο, το οποίο όμως οφείλεται σε κυβερνητικές επιλογές και πολιτικές των τελευταίων δεκαετιών. Ήδη αντιμετωπίζουν πρόβλημα ανταπόκρισης σε ορισμένες υποχρεώσεις τους. Η αντιμετώπιση των προβλημάτων θα πρέπει να γίνει με γνώμονα τη βιωσιμότητά τους, με ενίσχυση από το Κράτος.
Το Τ.Π.Δ.Υ. παρουσιάζει έλλειμμα 1,7 δισ. ευρώ, το Μ.Τ.Π.Υ 240 εκατ. ευρώ, ενώ παράλληλα οργανικό έλλειμμα παρουσιάζει και το ΤΕΑΔΥ.
Τα Ταμεία, των εργαζομένων στο Δημόσιο, έχουν οδηγηθεί στη σημερινή κατάσταση, εξαιτίας της χρόνιας υφαρπαγής των αποθεματικών τους από το Κράτος, την κατευθυνόμενη εμπλοκή τους στο Χρηματιστήριο, τη χρησιμοποίηση των αποθεματικών τους για την κάλυψη κρατικών εισοδηματικών ή κοινωνικών πολιτικών, χωρίς την ανάλογη κρατική ενίσχυσή τους, καθώς και εξαιτίας των κυβερνητικών επιλογών που οδήγησαν στον περιορισμό της απασχόλησης στο Δημόσιο και τη δραματική αλλαγή της σχέσης εργαζομένων – συνταξιούχων.Τα μέτρα που αποφασίστηκαν από τη σημερινή Κυβέρνησή, στα πλαίσια του μνημονίου, έχουν δραματικές επιπτώσεις για τη βιωσιμότητα των Ταμείων.
Η μείωση των αποδοχών των εργαζομένων στο Δημόσιο, μέσα από την κατάργηση του 13ου και 14ου μισθού και η περικοπή των επιδομάτων κατά 20%, έχουν ως αποτέλεσμα, εκτός των άλλων, να περιορίσουν σημαντικά τους πόρους των Ταμείων.
Ταυτόχρονα ο περιορισμός των προσλήψεων, σε συνδυασμό με τις αυξημένες αιτήσεις για συνταξιοδότηση, έχουν οδηγήσει τα Ταμεία σε αδιέξοδο.
Το πρόβλημα έχει διογκωθεί και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας θα γίνει εκρηκτικό, εάν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα, αφού η κρίσιμη περίοδος πίεσης, εξαιτίας της ωρίμανσης και των προϋποθέσεων συνταξιοδότησης, για ένα μεγάλο μέρος εργαζομένων, έχει ορίζοντα έως το 2017.
Ήδη 40 χιλιάδες συνταξιούχοι στερούνται των μερισμάτων που δικαιούνται και άλλοι 200 χιλιάδες την καταβολή μέρους αυτών, όπως για παράδειγμα το μέρισμα των Χριστουγέννων του Μετοχικού Ταμείου Δημοσίων Υπαλλήλων.
Είναι επίσης προφανές, κάτω από τους όρους πολιτικής στις προσλήψεις και τις αμοιβές που επιβάλλει το μνημόνιο και η Κυβέρνηση ότι οι αναλογιστικές προσεγγίσεις θα είναι αυθαίρετες και ως εκ τούτου απαιτείται οικονομική και πολιτική στήριξη της βιωσιμότητας των Ταμείων και η άμεση επιχορήγησή τους.
Ε. ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ
Οι νέες νομοθετικές ρυθμίσεις στο χώρο της Υγείας έρχονται να προστεθούν σε σειρά ρυθμίσεων του παρελθόντος, πολλές εκ των οποίων είναι αντιφατικές μεταξύ τους, έχουν γραφειοκρατικό προσανατολισμό και για ολόκληρες δεκαετίες αποδομούν και εμπορευματοποιούν τις υπηρεσίες Υγείας.
Ο εξορθολογισμός και η αντιμετώπιση της σπατάλης αποτελούν απλώς το άλλοθι, στην προσπάθεια μετακύλισης μεγάλου μέρους του κόστους παροχής ιατροφαρμακευτικών υπηρεσιών στους πολίτες (εισιτήρια στα εξωτερικά ιατρεία των Νοσοκομείων, ποσοστά συμμετοχής στις εξετάσεις και τα φάρμακα κ.ο.κ.), καθώς τους επιβαρύνουν πλέον των ασφαλιστικών εισφορών και της γενικής φορολογίας.
Στο πλαίσιο εφαρμογής του μνημονίου στόχος είναι η οριζόντια μείωση των διαθέσιμων πόρων με περικοπές στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Ενδεικτικό αυτού του γεγονότος είναι ότι ο χώρος της Υγείας καλείται να λειτουργήσει το 2011 με το 50% του αντίστοιχου κονδυλίου στον Προϋπολογισμό του 2010.
Η ΑΔΕΔΥ και οι συνδικαλιστικοί Φορείς του χώρου της Υγείας αγωνίζονται για τη διασφάλιση του δημόσιου χαρακτήρα της Υγείας και τη βελτίωση των παρεχόμενων προς τους πολίτες υπηρεσιών. Ιδιαίτερα σε μία περίοδο που η φτώχεια, η ανέχεια και η απόγνωση επεκτείνονται σε όλο και μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού, το Κράτος οφείλει να εγγυηθεί την απρόσκοπτη και εύρυθμη λειτουργία της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας Υγείας.
Στο πλαίσιο αυτό οποιοδήποτε Νομοσχέδιο κατατίθεται προς ψήφιση στη Βουλή και αφορά την Υγεία πρέπει να είναι προϊόν ενδελεχούς μελέτης και συναίνεσης μεταξύ των εκπροσώπων της εξουσίας, των εκπροσώπων των εργαζομένων και τον πολιτών.
•••
Οι εργαζόμενοι στο Δημόσιο αγωνίζονται για τη δημιουργία και καθιέρωση μίας ισχυρής Δημόσιας Διοίκησης, η οποία θα διασφαλίζει την ισότιμη πρόσβαση του συνόλου των πολιτών σε υψηλού επιπέδου υπηρεσίες και θα προάγει το ρόλο των Δημοσίων Λειτουργών στη διαδικασία υλοποίησης του δημοσίου συμφέροντος.
Η Α.Δ.Ε.Δ.Υ., παραμένοντας πιστή στις αρχές του εκδημοκρατισμού, του εκσυγχρονισμού και της αναβάθμισης της λειτουργίας της κρατικής μηχανής και της Δημόσιας Διοίκησης προς όφελος του λαού και του τόπου, συνεχίζει την προσπάθεια και τον συντονισμένο αγώνα για τη διεύρυνση της συμμετοχής των εργαζομένων στο Δημόσιο στο εθνικό εισόδημα, στην κατεύθυνση της εμπέδωσης της Κοινωνικής Δικαιοσύνης.
Παρά τις «διαβεβαιώσεις» του Υπουργού ότι οι αλλαγές δεν θα γίνουν στο πλαίσιο του Μνημονίου και του σχεδίου λιτότητας, οι εργαζόμενοι δεν μπορούν παρά να λάβουν υπόψη την υπαρκτή και γενικευμένη επίθεση κατά του δημοσιοϋπαλληλικού κόσμου σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, η οποία επιχειρείται ως «προπέτασμα καπνού» που υποκρύπτει -και εν συνεχεία "νομιμοποιεί"- την κατάργηση του δημόσιου, δωρεάν και κοινωφελούς χαρακτήρα των Υπηρεσιών.
Σε κάθε περίπτωση η Α.Δ.Ε.Δ.Υ. τονίζει ότι δεν πρόκειται να δεχθεί καμία περαιτέρω περικοπή εργασιακών, μισθολογικών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων για τους εργαζόμενους στη Δημόσια Διοίκηση, αντιθέτως θα διεκδικήσει τα «χαμένα» και προς αυτή την κατεύθυνση ενισχύει με τις άμεσες αγωνιστικές κινητοποιήσεις στις 10 και στις 23 Φεβρουαρίου την ανάπτυξη ενός ευρύτερου αγωνιστικού και απεργιακού κινήματος.
Από την Εκτελεστική Επιτροπή της Α.Δ.Ε.Δ.Y.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχόλια να είναι σε ευπρεπές επίπεδο, όπως αρμόζει στο χώρο της εκπαίδευσης. Όλα τα σχόλια θα δημοσιεύονται αρκεί να μην θίγεται η τιμή και η υπόληψη κανενός.